Edennyt στα ελληνικά
Μετάφραση: edennyt, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προχωρημένος, προχώρησαν, προχωρούσε, προχώρησε, προοδεύσει, προχωρήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- edeltävä στα ελληνικά - γέρικος, παλαιός, γέρος, προηγούμενος, προηγούμενη, προηγούμενο, προηγούμενες, ...
- edeltää στα ελληνικά - προηγούμαι, προηγούνται, προηγείται, να προηγείται, προηγείται της, να προηγηθεί
- edesauttaa στα ελληνικά - αρωγή, βοηθώ, βοήθεια, προάγω, επικουρία, πρόοδος, προωθώ, ...
- edesmennyt στα ελληνικά - νεκρός, πεθαμένος, αργά, τέλη, τέλη του, τέλη της, τα τέλη
Τυχαίες λέξεις
Edennyt στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προχωρημένος, προχώρησαν, προχωρούσε, προχώρησε, προοδεύσει, προχωρήσει
Μεταφράσεις: προχωρημένος, προχώρησαν, προχωρούσε, προχώρησε, προοδεύσει, προχωρήσει