Elo στα ελληνικά

Μετάφραση: elo, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πνεύμα, δημητριακά, κόκκος, ισόβιος, βίος, ζωντάνια, σπυρί, καλαμπόκι, δημητριακό, ζωή, Αύγουστος, Αυγ., Αύγ., Αύγουστο, Αυγ
Elo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ellipsi στα ελληνικά - έλλειψη, έλλειψης, ελλείψεως, ελλειπτική, έλλειψη που
  • elliptinen στα ελληνικά - ελλειπτικός, ελλειπτική, ελλειπτικό, ελλειπτικού, ελλειπτικά
  • elohopea στα ελληνικά - υδράργυρος, υδραργύρου, υδράργυρο, τον υδράργυρο, του υδραργύρου
  • eloisa στα ελληνικά - γλαφυρός, εύστροφος, ζωηρός, έντονος, ζωντανός, γοργός, μένω, ...
Τυχαίες λέξεις
Elo στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πνεύμα, δημητριακά, κόκκος, ισόβιος, βίος, ζωντάνια, σπυρί, καλαμπόκι, δημητριακό, ζωή, Αύγουστος, Αυγ., Αύγ., Αύγουστο, Αυγ