Ennakkopäätös στα ελληνικά
Μετάφραση: ennakkopäätös, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προηγούμενο, προηγουμένου, προηγούμενο που, προηγούμενου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ennakkoluulo στα ελληνικά - προκατάληψη, επιφύλαξη, την επιφύλαξη, θίγει, θίγουν
- ennakkoluuloton στα ελληνικά - φιλελεύθερος, ανοιχτό μυαλό, ανοιχτόμυαλοι, ανοιχτό πνεύμα, ανοιχτόμυαλη, ανοιχτόμυαλος
- ennakkotapaus στα ελληνικά - προηγούμενο, προηγουμένου, προηγούμενο που, προηγούμενου
- ennakkotilaus στα ελληνικά - συνδρομή, προ-παραγγελία
Τυχαίες λέξεις
Ennakkopäätös στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προηγούμενο, προηγουμένου, προηγούμενο που, προηγούμενου
Μεταφράσεις: προηγούμενο, προηγουμένου, προηγούμενο που, προηγούμενου