Epäilty στα ελληνικά

Μετάφραση: epäilty, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποπτεύομαι, ύποπτος, ύποπτο, υπόπτου, ύποπτα, ύποπτων
Epäilty στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • epäilevä στα ελληνικά - καχύποπτος, ύποπτος, ύποπτες, ύποπτων, ύποπτη
  • epäillä στα ελληνικά - υποπτεύομαι, αμφιβάλλω, αμφισβητώ, αμφιβολία, ύποπτος, ύποπτο, υπόπτου, ...
  • epäiltävä στα ελληνικά - ύποπτος, καχύποπτος, αμφίβολος, υποψία, ύποπτο, υπόνοιες, ύποπτα, ...
  • epäily στα ελληνικά - υποψία, αβεβαιότητα, αμφιβάλλω, δυσπιστία, αμφιβολία, αμφισβητώ, υπόνοια, ...
Τυχαίες λέξεις
Epäilty στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποπτεύομαι, ύποπτος, ύποπτο, υπόπτου, ύποπτα, ύποπτων