Epäkelpo στα ελληνικά
Μετάφραση: epäkelpo, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απρεπής, ακατάλληλος, ανάρμοστος, ανίκανος, ακατάλληλα, ακατάλληλο, είναι ακατάλληλα
Μεταφράσεις
- epäjumala στα ελληνικά - ίνδαλμα, τελειοποίηση, είδωλο, είδωλό, ειδώλιο, το είδωλό, ειδώλου
- epäjärjestys στα ελληνικά - πάθηση, διαταραχή, ακαταστασία, αταξία, διαταραχής, διαταραχές, διαταραχή του
- epäkeskinen στα ελληνικά - εκκεντρικός, ιδιότροπος, εκκεντρική, έκκεντρη, εκκεντρικό, εκκεντρικές
- epäkohta στα ελληνικά - ελάττωμα, λάθος, ψεγάδι, ατέλεια, ενόχληση, μειονέκτημα, αποστατώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Epäkelpo στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απρεπής, ακατάλληλος, ανάρμοστος, ανίκανος, ακατάλληλα, ακατάλληλο, είναι ακατάλληλα
Μεταφράσεις: απρεπής, ακατάλληλος, ανάρμοστος, ανίκανος, ακατάλληλα, ακατάλληλο, είναι ακατάλληλα