Hävyttömyys στα ελληνικά

Μετάφραση: hävyttömyys, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπόθεση, αυθάδεια, αναίδεια, χολή, κρούστα, κόρα, καύκαλο, θράσος, ανεπίτρεπτο, αυθάδειά
Hävyttömyys στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • häviävä στα ελληνικά - ασήμαντος, καταστρέψιμος, φθαρτός, καταστρέψιμα, καταστρεφόμενα, destructible
  • häviö στα ελληνικά - απώλεια, καταστροφή, ρήμαγμα, χαμός, χάσιμο, χαλώ, χαντακώνω, ...
  • hävytön στα ελληνικά - ζωντανός, γενναίος, θρασύς, ξετσίπωτος, δροσερός, καραφλός, αναιδής, ...
  • häväistä στα ελληνικά - ντροπή, κρίμα, βέβηλος, βέβηλο, βλάσφημο, βέβηλη, βέβηλους
Τυχαίες λέξεις
Hävyttömyys στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπόθεση, αυθάδεια, αναίδεια, χολή, κρούστα, κόρα, καύκαλο, θράσος, ανεπίτρεπτο, αυθάδειά