Ilmeetön στα ελληνικά

Μετάφραση: ilmeetön, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λευκός, απαθής, ξύλινος, άγραφτος, άψυχος, κενό, ατάραχος, άγραφος, ανέκφραστα, ανέκφραστο, ανέκφραστος, ανέκφραστη, expressionless
Ilmeetön στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ilmavirta στα ελληνικά - έκρηξη, η ροή, η ροή του, τη ροή, της ροής, η παροχή
  • ilme στα ελληνικά - βλέμμα, όψη, εμφάνιση, ανέχομαι, κοιτάζω, έκφραση, φαίνομαι, ...
  • ilmeikäs στα ελληνικά - ζωντανός, γλαφυρός, εκφραστικός, εκφραστική, εκφραστικό, εκφραστικά, εκφραστικές
  • ilmeinen στα ελληνικά - σκέτο, σκέτος, προφανής, εναργής, φαινομενικός, πεδιάδα, κάμπος, ...
Τυχαίες λέξεις
Ilmeetön στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λευκός, απαθής, ξύλινος, άγραφτος, άψυχος, κενό, ατάραχος, άγραφος, ανέκφραστα, ανέκφραστο, ανέκφραστος, ανέκφραστη, expressionless