Ilmielävä στα ελληνικά
Μετάφραση: ilmielävä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζωντανός, μένω, για τη ζωή, στη ζωή, με τη ζωή, κατά της ζωής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ilmiantaa στα ελληνικά - πληροφορώ, αναφέρει, αναφέρουν, αναφέρετε, έκθεση, υποβάλει έκθεση
- ilmiantaja στα ελληνικά - καταδότης, πληροφορητής, πληροφοριοδότη, πληροφοριοδότης, ο πληροφοριοδότης, πληροφοριοδότης της
- ilmiselvä στα ελληνικά - ορατός, φανερός, κατάφωρη, κατάφωρες, κατάφωρα, κατάφωρης, κατάφωρων
- ilmiselvästi στα ελληνικά - εμφανώς, προδήλως, προφανώς, καταφανώς, πρόδηλη
Τυχαίες λέξεις
Ilmielävä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζωντανός, μένω, για τη ζωή, στη ζωή, με τη ζωή, κατά της ζωής
Μεταφράσεις: ζωντανός, μένω, για τη ζωή, στη ζωή, με τη ζωή, κατά της ζωής