Itsetyytyväinen στα ελληνικά

Μετάφραση: itsetyytyväinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυτάρεσκος, αυτάρεσκη, αυτάρεσκων, αυτοαποκαλούμενης
Itsetyytyväinen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • itsetarkkailu στα ελληνικά - Αυτοέλεγχος, αυτοπαρακολούθηση, αυτοπαρακολούθησης, η αυτοπαρακολούθηση, της αυτοπαρακολούθησης
  • itsetoimiva στα ελληνικά - αυτόματο, αυτοματικός, αυτενέργεια, ενεργοποιούνται αυτομάτως, αυτενεργών, αυτόματος
  • itsevaltias στα ελληνικά - δεσπότης, δεσπότη, δυνάστης, ο Δεσπότης, δυνάστη
  • itsevarmuus στα ελληνικά - εγγύηση, εχεμύθεια, κύρος, εμπιστοσύνη, αυτοπεποίθηση, διαβεβαίωση, αυθεντία, ...
Τυχαίες λέξεις
Itsetyytyväinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυτάρεσκος, αυτάρεσκη, αυτάρεσκων, αυτοαποκαλούμενης