Järkeenkäypä στα ελληνικά
Μετάφραση: järkeenkäypä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νοητός, αληθοφανής, διαισθητικός, εύσχημος, λογικός, εύλογη, εύλογο, λογικό, λογική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- järjestö στα ελληνικά - οργάνωση, σχέση, διοργάνωση, οργανισμός, οργάνωσης, οργανώσεως, οργανισμού
- järjetön στα ελληνικά - εξωφρενικός, σκανδαλώδης, παράλογος, παράλογο, παράλογη, παράλογες, παράλογα
- järkeily στα ελληνικά - συλλογισμός, συλλογιστικός, αιτιολογία, λογική, συλλογιστική, συλλογιστικής
- järkevä στα ελληνικά - λογικός, συνετός, σοφός, νουνεχής, φρόνιμος, ορθολογική, ορθολογικής, ...
Τυχαίες λέξεις
Järkeenkäypä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νοητός, αληθοφανής, διαισθητικός, εύσχημος, λογικός, εύλογη, εύλογο, λογικό, λογική
Μεταφράσεις: νοητός, αληθοφανής, διαισθητικός, εύσχημος, λογικός, εύλογη, εύλογο, λογικό, λογική