Jaosto στα ελληνικά
Μετάφραση: jaosto, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τομή, τμήμα, ενότητα, παράγραφο, τμήματος, σημείο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- jano στα ελληνικά - δίψα, τη δίψα, δίψας, η δίψα, την δίψα
- janoinen στα ελληνικά - διψασμένος, διψασμένοι, διψασμένο, διψούν, διψασμένα
- jaotella στα ελληνικά - ταξινομώ, χάσμα, χάσματος, διαίρει, διαίρεση, διαχωρισμός
- jaottelu στα ελληνικά - παρακλάδι, διακλάδωση, ανάλυση, κατανομή, κατανομής, διάσπαση, βλάβης
Τυχαίες λέξεις
Jaosto στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τομή, τμήμα, ενότητα, παράγραφο, τμήματος, σημείο
Μεταφράσεις: τομή, τμήμα, ενότητα, παράγραφο, τμήματος, σημείο