Jauho στα ελληνικά
Μετάφραση: jauho, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλεύρι, πασπαλίζω, πούδρα, αλεύρων, άλευρα, αλεύρου, άλευρο
Μεταφράσεις
- jauhaminen στα ελληνικά - αλέθω, μύλος, εργοστάσιο, άλεσμα, άλεσης, τρόχισμα, grind
- jauhe στα ελληνικά - πούδρα, πασπαλίζω, σκόνη, σκόνης, σε σκόνη, κόνεως
- jauhot στα ελληνικά - αλεύρι, γεύμα, αλεύρων, άλευρα, αλεύρου, άλευρο
- jauhottaa στα ελληνικά - αλεύρι, αλεύρων, άλευρα, αλεύρου, άλευρο
Τυχαίες λέξεις
Jauho στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλεύρι, πασπαλίζω, πούδρα, αλεύρων, άλευρα, αλεύρου, άλευρο
Μεταφράσεις: αλεύρι, πασπαλίζω, πούδρα, αλεύρων, άλευρα, αλεύρου, άλευρο