Juoppo στα ελληνικά
Μετάφραση: juoppo, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεθυσμένος, αλκοολικός, ραμί, φέσι, πίνων, παρέα, πότης, πότη, ποτίστρας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- juopottelija στα ελληνικά - φέσι, μεθυσμένος, μεθύστακας, μέθυσος, drunkard, μέθυσου, μέθυσο
- juopottelu στα ελληνικά - πόσιμο, πόσιμου, το πόσιμο, του πόσιμου, πίνοντας
- juopunut στα ελληνικά - μεθυσμένος, φέσι, μεθυσμένοι, πίνεται, μεθυσμένο, πιει
- juoru στα ελληνικά - φήμη, φημολογία, διάδοση, κουτσομπολιά, κουτσομπολιό, κουτσομπολιού, το κουτσομπολιό, ...
Τυχαίες λέξεις
Juoppo στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεθυσμένος, αλκοολικός, ραμί, φέσι, πίνων, παρέα, πότης, πότη, ποτίστρας
Μεταφράσεις: μεθυσμένος, αλκοολικός, ραμί, φέσι, πίνων, παρέα, πότης, πότη, ποτίστρας