Kävijät στα ελληνικά

Μετάφραση: kävijät, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πελατεία, για τους επισκέπτες, των επισκεπτών, στους επισκέπτες, για τον επισκέπτη, επισκεπτών
Kävijät στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kävi στα ελληνικά - εφαρμοστός, εντοιχισμένος, επισκέφθηκε, επισκέφτηκε, επισκέφθηκαν, επισκεφθεί, επισκεφτεί
  • kävijä στα ελληνικά - επισκέπτης, επισκέπτη, επισκεπτών, επισκέπτες
  • käydä στα ελληνικά - μετακομίζω, στενά, πηγαίνω, ταξιδεύω, αρμόζω, υιοθετώ, γίνομαι, ...
  • käyminen στα ελληνικά - βράζω, ζύμωση, ζύμωσης, ζυμώσεως, της ζύμωσης, τη ζύμωση
Τυχαίες λέξεις
Kävijät στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πελατεία, για τους επισκέπτες, των επισκεπτών, στους επισκέπτες, για τον επισκέπτη, επισκεπτών