Keho στα ελληνικά
Μετάφραση: keho, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, το σώμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kehkeytyä στα ελληνικά - προκύπτω, ξεδιπλώνω, εγείρομαι, άνθος, ανθίσει, άνθη, ανθών, ...
- kehno στα ελληνικά - υποδεέστερος, σαθρός, τυχαίος, ασθενικός, εννοώ, ακατάστατος, τσιγκούνης, ...
- kehon στα ελληνικά - σωματικά, το σώμα, ο οργανισμός, ο φορέας, το όργανο, του σώματος
- kehottaa στα ελληνικά - παρακινώ, προστάζω, συμβουλεύω, προσκαλώ, διεγείρω, νουθετώ, προσταγή, ...
Τυχαίες λέξεις
Keho στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, το σώμα
Μεταφράσεις: σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, το σώμα