Keskinäinen στα ελληνικά
Μετάφραση: keskinäinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμοιβαίος, αμοιβαίας, αμοιβαία, αμοιβαίων, την αμοιβαία, αμοιβαίο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- keskikohta στα ελληνικά - μεσαίος, μέση, κέντρο, κέντρο της, κέντρου, το κέντρο, κέντρο του
- keskinkertainen στα ελληνικά - διαβατός, μέτριος, μέσος, μέτρια, μέτριο, μέτριες, μέτριας
- keskipiste στα ελληνικά - κέντρο, οφθαλμός, μάτι, καρδιά, μέσος, εστία, κέντρο της, ...
- keskipäivä στα ελληνικά - μεσημέρι, το μεσημέρι, μεσημεριανές
Τυχαίες λέξεις
Keskinäinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμοιβαίος, αμοιβαίας, αμοιβαία, αμοιβαίων, την αμοιβαία, αμοιβαίο
Μεταφράσεις: αμοιβαίος, αμοιβαίας, αμοιβαία, αμοιβαίων, την αμοιβαία, αμοιβαίο