Kiihdyttää στα ελληνικά

Μετάφραση: kiihdyttää, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιταχύνω, θερμαίνω, ζεσταίνω, ζέστη, επισπεύδω, επιταχύνουν, επιταχύνει, να επιταχύνει, την επιτάχυνση, επιταχύνουν την
Kiihdyttää στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kihota στα ελληνικά - μικροποσότητα, εκκρίνω, κυλώ, σταλάζω, λάσπη, στάζω, ίζημα, ...
  • kihti στα ελληνικά - ποδάγρα, αρθρίτιδα, ουρική αρθρίτιδα, ουρικής αρθρίτιδας, της ουρικής αρθρίτιδας
  • kiihdytys στα ελληνικά - διέγερση, επίσπευση, επιτάχυνση, επιτάχυνσης, την επιτάχυνση, επιταχύνσεως, της επιτάχυνσης
  • kiihkeä στα ελληνικά - φλογισμένος, φλογερός, εμπαθής, καυτερός, παθιασμένος, νεφελώδης, steamy, ...
Τυχαίες λέξεις
Kiihdyttää στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιταχύνω, θερμαίνω, ζεσταίνω, ζέστη, επισπεύδω, επιταχύνουν, επιταχύνει, να επιταχύνει, την επιτάχυνση, επιταχύνουν την