Kiihko στα ελληνικά
Μετάφραση: kiihko, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμπάθεια, φανατισμός, ζήλος, ζέση, πάθος, ζήλο, το πάθος
Μεταφράσεις
- kiihdytys στα ελληνικά - διέγερση, επίσπευση, επιτάχυνση, επιτάχυνσης, την επιτάχυνση, επιταχύνσεως, της επιτάχυνσης
- kiihkeä στα ελληνικά - φλογισμένος, φλογερός, εμπαθής, καυτερός, παθιασμένος, νεφελώδης, steamy, ...
- kiihkoisa στα ελληνικά - βίαιος, παράφορος
- kiihkomielisyys στα ελληνικά - φανατισμός, φανατισμό, φανατισμού, τον φανατισμό, του φανατισμού
Τυχαίες λέξεις
Kiihko στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμπάθεια, φανατισμός, ζήλος, ζέση, πάθος, ζήλο, το πάθος
Μεταφράσεις: εμπάθεια, φανατισμός, ζήλος, ζέση, πάθος, ζήλο, το πάθος