Kiro στα ελληνικά
Μετάφραση: kiro, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελάττωμα, ανικανότητα, αναπηρία, μειονέκτημα, αποστατώ, Κίρο, Kiro, ο Κίρο, τον Κίρο, Κίρο τους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kirnupiimä στα ελληνικά - βουτυρόγαλα, βουτυρογάλακτος, το βουτυρόγαλα, αποβουτυρωμένο γάλα, βουτυρογάλακτος σε
- kirnuta στα ελληνικά - καρδάρα, ταράζω, αποσυνδέσεων, επαναλαμβάνουμε, churn, καρδάρι
- kiroaminen στα ελληνικά - καταδίκη, κόλαση, κολασμός, κατάρα
- kiroileva στα ελληνικά - καταχρηστικός, υβριστικός
Τυχαίες λέξεις
Kiro στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελάττωμα, ανικανότητα, αναπηρία, μειονέκτημα, αποστατώ, Κίρο, Kiro, ο Κίρο, τον Κίρο, Κίρο τους
Μεταφράσεις: ελάττωμα, ανικανότητα, αναπηρία, μειονέκτημα, αποστατώ, Κίρο, Kiro, ο Κίρο, τον Κίρο, Κίρο τους