Laite στα ελληνικά

Μετάφραση: laite, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συσκευή, ταχύτητα, όργανο, μηχάνημα, άνεση, εργαλείο, τέχνασμα, προσαρμόζω, συσκευής, διάταξη, της συσκευής, τη συσκευή
Laite στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • laitalauta στα ελληνικά - βαρελοσανίδα, να θέσει το, θέσει το, βάλτε το, βάλετε το, θέσει την
  • laitama στα ελληνικά - περίχωρα, προάστια, παρυφές, στα περίχωρα, στα προάστια
  • laiton στα ελληνικά - φυγάς, παράνομος, παράνομη, παράνομης, παράνομων, παράνομες
  • laitos στα ελληνικά - θεσμός, εγκατάσταση, ίδρυμα, ίδρυση, επιβάλλω, θεσπίζω, ευκολία, ...
Τυχαίες λέξεις
Laite στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συσκευή, ταχύτητα, όργανο, μηχάνημα, άνεση, εργαλείο, τέχνασμα, προσαρμόζω, συσκευής, διάταξη, της συσκευής, τη συσκευή