Lamauttava στα ελληνικά

Μετάφραση: lamauttava, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έκπαγλος, εντυπωσιακός, γοητευτικός, χωλός, ανάπηρος, ακρωτηριάζοντας, παράλυση, εξοντωτικές
Lamauttava στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lamakausi στα ελληνικά - κατάθλιψη, ύφεση, μελαγχολίες, στασιμότητα, τέλμα, μαρασμό
  • lamauttaa στα ελληνικά - αποθαρρύνω, κολοβώνω, ακρωτηριάσουν, ακρωτηριάσει, παραλύσει, να ακρωτηριάσουν
  • lammas στα ελληνικά - πρόβατο, πρόβατα, προβάτων, προβατοειδών, τα πρόβατα, προβάτου
  • lammasaitaus στα ελληνικά - στάνη, στάνη προβάτων, στρούγκα, μαντρί
Τυχαίες λέξεις
Lamauttava στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έκπαγλος, εντυπωσιακός, γοητευτικός, χωλός, ανάπηρος, ακρωτηριάζοντας, παράλυση, εξοντωτικές