Lapio στα ελληνικά
Μετάφραση: lapio, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσάπα, φτυάρι, φτυαριστές, φτυαριού, φτυάρι για
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lapanen στα ελληνικά - γάντι, ψευτογάντι, mitten, Μανίκια, γαντιού
- lape στα ελληνικά - πλαγιά, γέρνω, κατηφορίζω, κλίση, κλίσης, πίστα, πλαγιάς
- lappaa στα ελληνικά - σέσουλα, ρεύμα, ροή, ρεύματος, ροής, ρέμα
- lappu στα ελληνικά - εκδύω, γυμνώνω, ετικέτα, κηλίδα, έμπλαστρο, ενημερωμένη έκδοση κώδικα, επίθεμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Lapio στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσάπα, φτυάρι, φτυαριστές, φτυαριού, φτυάρι για
Μεταφράσεις: τσάπα, φτυάρι, φτυαριστές, φτυαριού, φτυάρι για