Lato στα ελληνικά

Μετάφραση: lato, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποβάλλω, παράγκα, αχυρώνας, καλύβα, σιταποθήκη, αχυρώνα, στάβλο, αχυρώνες
Lato στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lataus στα ελληνικά - κατηγορία, φροντίδα, χρέωση, επιβάρυνση, χρεώνουν, χρεώνει, χρεώσει
  • latkia στα ελληνικά - νικώ, συντρίβω, γλείφω, κάθομαι στα γόνατα, απολαύστε, πιστέψει, περιτύλιξη επάνω
  • latoa στα ελληνικά - κανονίζω, πακέτο, σωρός, στοιβάδα, κατακλύζω, τράπουλα, τακτοποιώ, ...
  • latoja στα ελληνικά - στοιχειοθέτης, compositor, συνθέτη, συνθέτης
Τυχαίες λέξεις
Lato στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποβάλλω, παράγκα, αχυρώνας, καλύβα, σιταποθήκη, αχυρώνα, στάβλο, αχυρώνες