Määrä στα ελληνικά
Μετάφραση: määrä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ποσόν, τιμή, βαθμός, ανέρχομαι, πτυχίο, αναλογία, στοιχείο, ποσότητα, ολικός, σύνολο, πράξη, ποσό, αριθμός, αριθμό, αριθμού, τον αριθμό, σειρά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- määrittää στα ελληνικά - εξακριβώνω, διαπιστώνω, αποφασίζω, υπολογίζω, καθορίζω, προσδιορίζω, καθορίσει, ...
- määritys στα ελληνικά - δοκιμάζω, στερέωση, προσδιορισμός, αποφασιστικότητα, καθορισμός, προσδιορισμό, καθορισμό
- määräasema στα ελληνικά - στοχεύω, προορισμός, στόχος, προορισμού, προορισμό, τον προορισμό
- määräenemmistö στα ελληνικά - επικράτηση, με ειδική πλειοψηφία, ειδική πλειοψηφία, ειδικής πλειοψηφίας, ειδική πλειοψηφία και
Τυχαίες λέξεις
Määrä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ποσόν, τιμή, βαθμός, ανέρχομαι, πτυχίο, αναλογία, στοιχείο, ποσότητα, ολικός, σύνολο, πράξη, ποσό, αριθμός, αριθμό, αριθμού, τον αριθμό, σειρά
Μεταφράσεις: ποσόν, τιμή, βαθμός, ανέρχομαι, πτυχίο, αναλογία, στοιχείο, ποσότητα, ολικός, σύνολο, πράξη, ποσό, αριθμός, αριθμό, αριθμού, τον αριθμό, σειρά