Murtoluku στα ελληνικά
Μετάφραση: murtoluku, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλάσμα, κλάσματος, μέρος, τμήμα, κλάσμα που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- murtaa στα ελληνικά - θλάση, σπάζω, θραύση, ξεσπώ, σπάσιμο, ξέσπασμα, διάλειμμα, ...
- murtokehitelmä στα ελληνικά - κλάσμα
- murtovaras στα ελληνικά - διαρρήκτης, Αντιδιαρρηκτικά, διαρρήκτη, διαρρηκτών, αντιδιαρρηκτικού
- murtua στα ελληνικά - θλάση, διχοτομία, κάταγμα, σπάσιμο, θραύση, πηγαίνω, ερημώνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Murtoluku στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλάσμα, κλάσματος, μέρος, τμήμα, κλάσμα που
Μεταφράσεις: κλάσμα, κλάσματος, μέρος, τμήμα, κλάσμα που