Nälkäinen στα ελληνικά
Μετάφραση: nälkäinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πεινασμένος, πεινασμένοι, πεινασμένο, πεινασμένους, πεινασμένα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- näkösuoja στα ελληνικά - εξετάζω, προστασία, την προστασία, προστασίας, προστασία των, προστασίας των
- nälkä στα ελληνικά - πείνα, πείνας, την πείνα, της πείνας, η πείνα
- nälviä στα ελληνικά - διασυρμός, κουρέλι, κυπρίνος, γελοιοποιώ, τσιμπολόγημα, κυπρίνου, κυπρίνους, ...
- nälväisy στα ελληνικά - πυροβολισμός, πυροβολώ, πυροβόλησα, σκώμμα, σκάγια
Τυχαίες λέξεις
Nälkäinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πεινασμένος, πεινασμένοι, πεινασμένο, πεινασμένους, πεινασμένα
Μεταφράσεις: πεινασμένος, πεινασμένοι, πεινασμένο, πεινασμένους, πεινασμένα