Pelkästään στα ελληνικά
Μετάφραση: pelkästään, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απλά, απλώς, μόνο, αγνά, μόνον, μόλις, μόνη, μόνο για
Μεταφράσεις
- pelkuri στα ελληνικά - δειλός, δειλό, δειλή, δειλά, δειλία
- pelkuruus στα ελληνικά - δειλία, δειλίας, τη δειλία, ανανδρία, cowardice
- pellava στα ελληνικά - λινάρι, λινό, σεντόνια, λευκά είδη, λινά, σεντονιών
- pellavainen στα ελληνικά - κλινοσκεπάσματα, λινό, λινάρι, λινός, Ινές, Λινέλαιο, flaxen, ...
Τυχαίες λέξεις
Pelkästään στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απλά, απλώς, μόνο, αγνά, μόνον, μόλις, μόνη, μόνο για
Μεταφράσεις: απλά, απλώς, μόνο, αγνά, μόνον, μόλις, μόνη, μόνο για