Peräkkäinen στα ελληνικά
Μετάφραση: peräkkäinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλλεπάλληλος, διαδοχικός, διαδοχικές, συνεχόμενες, συνεχόμενα, διαδοχικών, συνεχόμενη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- perä στα ελληνικά - απόθεμα, παρακρατώ, βλοσυρός, αυστηρός, πρύμνη, ουρά, πρύμνης, ...
- peräkammari στα ελληνικά - κρεβατοκάμαρα, υπνοδωμάτιο, πίσω, πλάτη, πίσω μέρος, άμυνα, back
- perämies στα ελληνικά - ύπαρχος, φιλαράκος, ζευγαρώνω, ταίρι, σύντροφος, σύντροφο, συμπαίκτη, ...
- peräsin στα ελληνικά - πηδάλιο, τιμόνι, πηδαλίου, του πηδαλίου, κίνησης πηδαλίου διεύθυνσης, το πηδάλιο
Τυχαίες λέξεις
Peräkkäinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλλεπάλληλος, διαδοχικός, διαδοχικές, συνεχόμενες, συνεχόμενα, διαδοχικών, συνεχόμενη
Μεταφράσεις: αλλεπάλληλος, διαδοχικός, διαδοχικές, συνεχόμενες, συνεχόμενα, διαδοχικών, συνεχόμενη