Perinpohjainen στα ελληνικά
Μετάφραση: perinpohjainen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξονυχιστικός, περίτεχνος, προσεγμένος, λεπτομερής, ριζικός, διεξοδικός, πλήρης, διεξοδική, ενδελεχή, εμπεριστατωμένη, λεπτομερή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- perinne στα ελληνικά - παράδοση, παράδοσης, την παράδοση, η παράδοση
- perinnöllinen στα ελληνικά - κληρονομικός, κληρονομική, κληρονομικά, κληρονομικές, κληρονομικής
- perinteellinen στα ελληνικά - παραδοσιακός, το παραδοσιακό, η παραδοσιακή, την παραδοσιακή, ο παραδοσιακός, τα παραδοσιακά
- perinteinen στα ελληνικά - παραδοσιακός, συμβατικός, παραδοσιακό, παραδοσιακή, παραδοσιακά, παραδοσιακές
Τυχαίες λέξεις
Perinpohjainen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξονυχιστικός, περίτεχνος, προσεγμένος, λεπτομερής, ριζικός, διεξοδικός, πλήρης, διεξοδική, ενδελεχή, εμπεριστατωμένη, λεπτομερή
Μεταφράσεις: εξονυχιστικός, περίτεχνος, προσεγμένος, λεπτομερής, ριζικός, διεξοδικός, πλήρης, διεξοδική, ενδελεχή, εμπεριστατωμένη, λεπτομερή