Pettämätön στα ελληνικά

Μετάφραση: pettämätön, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βέβαιος, σίγουρος, αμείωτος, αδιάλειπτη, αλάνθαστη, αστείρευτη, αδιάπτωτη
Pettämätön στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pettyä στα ελληνικά - απογοητεύω, να εξαπατηθεί, πρέπει να εξαπατηθεί, ξεγελιέστε, εξαπατηθεί, να παραπλανηθεί
  • pettäjä στα ελληνικά - προδότης, αποστάτης, betrayer, προδότη, παραδώσας, καταδότη
  • pettävyys στα ελληνικά - πανουργία, είναι παραπλανητική, απατηλότητας, παραπλανητική σε, είναι παραπλανητική σε
  • pettävä στα ελληνικά - απατηλός, παραπλανητικός, παραπλανητικές, παραπλανητικό, παραπλανητική, απατηλό, παραπλανητικών
Τυχαίες λέξεις
Pettämätön στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βέβαιος, σίγουρος, αμείωτος, αδιάλειπτη, αλάνθαστη, αστείρευτη, αδιάπτωτη