Poliittinen στα ελληνικά
Μετάφραση: poliittinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πολιτικός, πολιτική, πολιτικών, πολιτικό, πολιτικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- poliisimies στα ελληνικά - αστυνομικός, αστυνομικό, αστυνομικού, αστυνόμος, χωροφύλακα
- poliitikko στα ελληνικά - πολιτικός, πολιτευτής, πολιτικό, πολιτικού
- poliklinikka στα ελληνικά - κλινική, Εξωτερικά Ιατρεία, Εξωτερικά, εξωτερικών ασθενών, Ιατρεία, Εξωνοσοκομειακή
- politiikka στα ελληνικά - πολιτική, πολιτικής, την πολιτική, της πολιτικής, πολιτικής για
Τυχαίες λέξεις
Poliittinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πολιτικός, πολιτική, πολιτικών, πολιτικό, πολιτικά
Μεταφράσεις: πολιτικός, πολιτική, πολιτικών, πολιτικό, πολιτικά