Prostituoitu στα ελληνικά
Μετάφραση: prostituoitu, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πόρνη, ιερόδουλη, πόρνης, πορνεία, εκδιδόμενη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- prosenttiosuus στα ελληνικά - ποσοστό, το ποσοστό των, το ποσοστό του, το ποσοστό της, η επί τοις εκατό, η εκατοστιαία αναλογία
- prosessi στα ελληνικά - διαδικασία, επεξεργάζομαι, κατεργάζομαι, διεργασία, διαδικασίας, μέθοδος, διεργασίας
- protaktinium στα ελληνικά - πρωτακτίνιο
- proteiini στα ελληνικά - πρωτεΐνη, πρωτεΐνης, πρωτείνη, πρωτείνης, πρωτεϊνών
Τυχαίες λέξεις
Prostituoitu στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πόρνη, ιερόδουλη, πόρνης, πορνεία, εκδιδόμενη
Μεταφράσεις: πόρνη, ιερόδουλη, πόρνης, πορνεία, εκδιδόμενη