Puinen στα ελληνικά

Μετάφραση: puinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξύλινος, ξύλινα, ξύλινο, ξύλινη, ξύλινες
Puinen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • puijata στα ελληνικά - κλέβω, εξαπατώ, κόλπο, φενακίζω, τρικ, ξεγελώ, ζαβολιάρης, ...
  • puinti στα ελληνικά - σωρός, Pile, στοίβα, Χνουδωτά, με πέλος
  • puiseva στα ελληνικά - βαρετός, ξύλινος, ξύλινα, ξύλινο, ξύλινη, ξύλινες
Τυχαίες λέξεις
Puinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξύλινος, ξύλινα, ξύλινο, ξύλινη, ξύλινες