Λέξη: φωτογραφικός
Σχετικές λέξεις: φωτογραφικός
φωτογραφικός όμιλος cyta, φωτογραφικός διαγωνισμός 2014, φωτογραφικός όμιλος καβάλας, φωτογραφικός εξοπλισμός, φωτογραφικός φακός, φωτογραφικός κύκλος, φωτογραφικός εκτυπωτής, φωτογραφικός όμιλος τάκη δημητριάδη, φωτογραφικός 9ος, φωτογραφικός τομέας ποφπα
Μεταφράσεις: φωτογραφικός
φωτογραφικός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
photographic, Photography, Photographer, The Photography
φωτογραφικός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
fotográfico, fotográfica, fotográficos, fotografía, fotográficas
φωτογραφικός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fotografisch, photographisch, Foto-, fotografischen, fotografische
φωτογραφικός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
photographique, photographiques, Photographic, photographie, photographique en
φωτογραφικός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fotografico, fotografica, fotografiche, fotografici, fotografia
φωτογραφικός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fotográfico, fotográfico de, fotográfica, fotografia, fotográficos
φωτογραφικός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
fotografisch, fotografische, foto, fotografie, foto-
φωτογραφικός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
фотографический, фотографическое, фотографические, фотографическая, фото-
φωτογραφικός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fotografisk, fotografiske, foto, fotografering, til fotografering
φωτογραφικός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fotografisk, fotografiska, fotografiskt, foto, av Bild
φωτογραφικός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kuvauksellinen, valokuvauksellinen, valokuva-, valokuvaus-, Valokuvavedos, valokuvavedokset, valokuvaus
φωτογραφικός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fotografisk, fotografiske, fotografi, foto-, til fotografisk
φωτογραφικός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
fotografický, fotografické, fotografická, fotografických, Fotoaparáty a fotografické
φωτογραφικός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
fotograficzny, fotograficzne, fotograficzną, fotograficznych, fotograficzna
φωτογραφικός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fényképészeti, fotográfiai, fényképes, fotografikus, kamerák
φωτογραφικός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
fotografik, fotoğraf, çekim, fotoğrafik, fotoğrafçılık
φωτογραφικός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
фотографічний
φωτογραφικός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fotografik, fotografike, pajisje fotografike
φωτογραφικός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
фотографски, фотографска, фотографско, фотографската, за фотографски
φωτογραφικός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
фатаграфічны, фотаграфічны, фатаграфічнае
φωτογραφικός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
fotograafiline, foto-, fotograafia, fotograafilise
φωτογραφικός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
fotografski, fotografske, fotografska, fotografskog, fotografsko
φωτογραφικός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ljósmynda, ljósmyndunar, til ljósmyndunar, til ljósmyndunar og, ljósmyndunar og
φωτογραφικός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
fotografinis, fotografijos, fotografija, Photographic, fotografinė
φωτογραφικός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
foto-, foto, fotogrāfiskie, fotografēšanas, fotogrāfiskās
φωτογραφικός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
фотографска, фотографски, фотографскиот, фотографската, фотографско
φωτογραφικός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
fotografic, fotografice, fotografică, fotografii, fotografica
φωτογραφικός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
fotografska, fotografski, snemalna, fotografsko, fotografske
φωτογραφικός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
fotografický, foto, fotografického, fotografické, fotopapier
Τυχαίες λέξεις