Ruoko στα ελληνικά
Μετάφραση: ruoko, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παγανίζω, κυνηγώ, καλάμι, στέλεχος, Reed, καλάμια, καλαμιού, καλαμιών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kalsea στα ελληνικά - μελαγχολικός, γυμνός, ανεμοδαρμένος, τραγανιστός, στυγνός, ωμός, απαισιόδοξος, ...
- kylläisyys στα ελληνικά - κορεσμός, κορεσμού, αίσθημα κορεσμού, του κορεσμού, χορτασμού
- purkaus στα ελληνικά - εκπυρσοκρότηση, άφεση, εκπομπή, εκροή, έκλυση, απολύω, έκρηξη, ...
- puru στα ελληνικά - πασπαλίζω, σκόνη, πούδρα, μάσημα, μασάτε, μασούν, μασήσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Ruoko στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παγανίζω, κυνηγώ, καλάμι, στέλεχος, Reed, καλάμια, καλαμιού, καλαμιών
Μεταφράσεις: παγανίζω, κυνηγώ, καλάμι, στέλεχος, Reed, καλάμια, καλαμιού, καλαμιών