Säilyttää στα ελληνικά

Μετάφραση: säilyttää, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διατείνομαι, διατηρώ, αποταμιεύω, υποστηρίζω, εξακολουθώ, κρατώ, κατακρατώ, αποκρούω, αμπάρι, εκτός, διασώζω, συντηρώ, διατηρούν, διατηρήσουν, να διατηρήσει, διατηρήσει, διατηρηθεί
Säilyttää στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • juntti στα ελληνικά - χωριάτης, αγροίκος, χαζοχωριάτης
  • kuukausi στα ελληνικά - μήνας, μήνα, μηνός, μηνών, το μήνα
  • kuuloaisti στα ελληνικά - αίσθηση της ακοής, αίσθηση της ακρόασης, λογικό της ακρόασης, το λογικό της ακρόασης, ακοή
  • marttyyri στα ελληνικά - μάρτυρας, μάρτυρα, μαρτυρικό, μαρτύρησε, μαρτύρων
Τυχαίες λέξεις
Säilyttää στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διατείνομαι, διατηρώ, αποταμιεύω, υποστηρίζω, εξακολουθώ, κρατώ, κατακρατώ, αποκρούω, αμπάρι, εκτός, διασώζω, συντηρώ, διατηρούν, διατηρήσουν, να διατηρήσει, διατηρήσει, διατηρηθεί