Särö στα ελληνικά

Μετάφραση: särö, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ραγίζω, χάσμα, ράγισμα, παράβαση, σπάζω, ρωγμή, παραβίαση, σχισμή, αθετώ, παραβιάζω, ρήγμα, παραμόρφωση, στρέβλωση, στρέβλωσης, νόθευση, η στρέβλωση
Särö στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hiukan στα ελληνικά - ελαφρώς, λίγο, φίμωτρο, ένα μικρό, μια μικρή, είναι λίγο, κάπως
  • jaaritella στα ελληνικά - τρίζω, μωρολογώ, φλυαρώ, ψιττακίζω, φλυαρία, μωρολογία, πολυλογία, ...
  • kiemurtaa στα ελληνικά - στεφάνι
  • pehmeästi στα ελληνικά - απαλά, μαλακά, σιγά, τη μαλακά, σιγανά
Τυχαίες λέξεις
Särö στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ραγίζω, χάσμα, ράγισμα, παράβαση, σπάζω, ρωγμή, παραβίαση, σχισμή, αθετώ, παραβιάζω, ρήγμα, παραμόρφωση, στρέβλωση, στρέβλωσης, νόθευση, η στρέβλωση