Selkkaus στα ελληνικά

Μετάφραση: selkkaus, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαπληκτίζομαι, περιστατικό, επεισόδιο, αψιμαχία, πινέλο, βουρτσίζω, διεκδικώ, αντιπαράθεση, καυγαδίζω, κλαγγή, φιλονικία, διένεξη, σκούπα, βούρτσα, προσκρούω, καυγάς, σύγκρουση, συγκρούσεων, σύγκρουσης, των συγκρούσεων, συγκρούσεις
Selkkaus στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • itsetarkkailu στα ελληνικά - Αυτοέλεγχος, αυτοπαρακολούθηση, αυτοπαρακολούθησης, η αυτοπαρακολούθηση, της αυτοπαρακολούθησης
  • kiihkeä στα ελληνικά - φλογισμένος, φλογερός, εμπαθής, καυτερός, παθιασμένος, νεφελώδης, steamy, ...
  • konversio στα ελληνικά - μετατροπή, Η μετατροπή, τη μετατροπή, της μετατροπής
  • parakki στα ελληνικά - καμπίνα, υπόστεγο, καλύβα, θαλαμίσκος, καλύβας, καλύβι, θάλαμος, ...
Τυχαίες λέξεις
Selkkaus στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαπληκτίζομαι, περιστατικό, επεισόδιο, αψιμαχία, πινέλο, βουρτσίζω, διεκδικώ, αντιπαράθεση, καυγαδίζω, κλαγγή, φιλονικία, διένεξη, σκούπα, βούρτσα, προσκρούω, καυγάς, σύγκρουση, συγκρούσεων, σύγκρουσης, των συγκρούσεων, συγκρούσεις