Διένεξη στα φινλανδικά

Μετάφραση: διένεξη, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kiista, jupakka, kina, eittää, riita, selkkaus, ristiriita, väittely, riidan, riitojen
Διένεξη στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διένεξη

διένεξη διευθύνσεων ip, διένεξη ετυμολογία, διένεξη βικιλεξικο, διένεξη ορισμός, διένεξη αντωνυμο, διένεξη λεξικό γλώσσας φινλανδικά, διένεξη στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • διάψευση στα φινλανδικά - kieltäminen, epääminen, kieltämistä, kieltämisen, epäämisen
  • διέγερση στα φινλανδικά - kiihdytys, alkusysäys, mielenliikutus, mieltenkuohu, esileikki, ärsyke, virike, ...
  • διέξοδος στα φινλανδικά - poistoaukko, halkio, pistorasia, tulivuori, räppänä, töpseli, pistorasiaan, ...
  • διέπω στα φινλανδικά - vallita, hallita, säädellä, diepo
Τυχαίες λέξεις
Διένεξη στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kiista, jupakka, kina, eittää, riita, selkkaus, ristiriita, väittely, riidan, riitojen