Silmäänpistävä στα ελληνικά

Μετάφραση: silmäänpistävä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διακεκριμένος, ευδιάκριτος, διαπρεπής, μάτι, ματιών, οφθαλμού, των ματιών, ματιού
Silmäänpistävä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • herjaus στα ελληνικά - συκοφαντία, δυσφήμιση, διαβολή, δυσφημώ, δυσφήμηση, επιτίμηση, λοιδορίες
  • kiusoitella στα ελληνικά - πειράζω, πειράζουν, πειράζει, πείραγμα, tease
  • kpl στα ελληνικά - κάθε, τεμ, τμχ, υπολογιστές, τεμάχια, pcs
  • punastua στα ελληνικά - κοκκινίζω, ρουζ, κοκκινίζει, ρουζ σε, το ρουζ
Τυχαίες λέξεις
Silmäänpistävä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διακεκριμένος, ευδιάκριτος, διαπρεπής, μάτι, ματιών, οφθαλμού, των ματιών, ματιού