Täydellinen στα ελληνικά
Μετάφραση: täydellinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεμάτος, αισχρός, ακαθάριστος, περατώνω, ξεστομίζω, ατόφιος, πλήρης, καθαρός, εκστομίζω, πρόστυχος, μεστός, ολοκληρώνω, απόλυτος, τέλειος, χοντρός, σύνολο, τέλεια, τέλειο, ιδανικό, ιδανική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- boikotoida στα ελληνικά - μποϋκοτάρω, μποϋκοτάζ, μποϊκοτάζ, μποϊκοτάρισμα, αποκλεισμό, το μποϊκοτάζ
- geologi στα ελληνικά - γεωλόγος, γεωλόγου, γεωλόγο, ο γεωλόγος, το γεωλόγο
- kyöpeli στα ελληνικά - σκιά, φάντασμα, Kyöpeli
- näppäily στα ελληνικά - πληκτρολόγηση, πληκτρολογώντας, δακτυλογράφηση, πληκτρολόγησης, δακτυλογράφησης
Τυχαίες λέξεις
Täydellinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεμάτος, αισχρός, ακαθάριστος, περατώνω, ξεστομίζω, ατόφιος, πλήρης, καθαρός, εκστομίζω, πρόστυχος, μεστός, ολοκληρώνω, απόλυτος, τέλειος, χοντρός, σύνολο, τέλεια, τέλειο, ιδανικό, ιδανική
Μεταφράσεις: γεμάτος, αισχρός, ακαθάριστος, περατώνω, ξεστομίζω, ατόφιος, πλήρης, καθαρός, εκστομίζω, πρόστυχος, μεστός, ολοκληρώνω, απόλυτος, τέλειος, χοντρός, σύνολο, τέλεια, τέλειο, ιδανικό, ιδανική