Tanakka στα ελληνικά
Μετάφραση: tanakka, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εταιρία, ανθεκτικός, σαρκώδης, θαρραλέος, δύσκολος, εύσαρκος, εδραίος, γερός, τροφαντός, ρωμαλέος, παχύσαρκος, σκληρός, υπέρβαρος, σταθερός, σκληροτράχηλος, εύσωμος, παχύς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- harjoittelija στα ελληνικά - εκπαιδευόμενος, δόκιμος, ασκούμενος, εκπαιδευόμενο, εκπαιδευόμενου, ασκούμενου
- kaavailtu στα ελληνικά - δήθεν, προγραμματιστεί, προγραμματισμένες, προγραμματίζονται, προγραμματίζεται, προγραμματισμένη
- lammas στα ελληνικά - πρόβατο, πρόβατα, προβάτων, προβατοειδών, τα πρόβατα, προβάτου
- monimutkaisuus στα ελληνικά - επιπλοκή, περιπλοκή, μπέρδεμα, περίπλοκο, πολυπλοκότητα, πολυπλοκότητας, την πολυπλοκότητα, ...
Τυχαίες λέξεις
Tanakka στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εταιρία, ανθεκτικός, σαρκώδης, θαρραλέος, δύσκολος, εύσαρκος, εδραίος, γερός, τροφαντός, ρωμαλέος, παχύσαρκος, σκληρός, υπέρβαρος, σταθερός, σκληροτράχηλος, εύσωμος, παχύς
Μεταφράσεις: εταιρία, ανθεκτικός, σαρκώδης, θαρραλέος, δύσκολος, εύσαρκος, εδραίος, γερός, τροφαντός, ρωμαλέος, παχύσαρκος, σκληρός, υπέρβαρος, σταθερός, σκληροτράχηλος, εύσωμος, παχύς