Turkikset στα ελληνικά
Μετάφραση: turkikset, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γούνα, τρίχωμα, γούνας, γουνοφόρα, γουνοφόρων, τη γούνα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alaikäisyys στα ελληνικά - μειοψηφία, νηπιακή ηλικία, βρεφική ηλικία, σπάργανα, παιδική ηλικία, τη βρεφική ηλικία
- ennakko-odotus στα ελληνικά - αναμονή, προσδοκία, κράτηση, επιφύλαξη, προ, πριν, πριν από, ...
- kiusankappale στα ελληνικά - ενόχληση, όχληση, οχλήσεων, όχλησης, οχλήσεις
- kunnollinen στα ελληνικά - εφαρμόσιμος, άξιος, κατάλληλος, πρόσφορος, βολικός, ταιριαστός, αξιοπρεπή, ...
Τυχαίες λέξεις
Turkikset στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γούνα, τρίχωμα, γούνας, γουνοφόρα, γουνοφόρων, τη γούνα
Μεταφράσεις: γούνα, τρίχωμα, γούνας, γουνοφόρα, γουνοφόρων, τη γούνα