Uppiniskainen στα ελληνικά
Μετάφραση: uppiniskainen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιταμός, πεισμωμένος, αναιδής, ισχυρογνώμων, ανυπάκουος, πεισματάρης, ισχυρογνώμονας, θρασύς, πεισματάρες, ξεροκέφαλος, ισχυρογνώμονες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- mikrofoni στα ελληνικά - μικρόφωνο, μικροφώνου, του μικροφώνου, το μικρόφωνο, μικροφώνων
- opiskella στα ελληνικά - μελέτη, γραφείο, διαβάζω, σπουδάζω, σπουδές, μελέτης, σπουδών, ...
- poisjättö στα ελληνικά - αποκλεισμός, Εξαιρουμένων, ΧΩΡΙΣ, Χωρίς, Εξαιρούνται, Εξαιρουμένων των
- protaktinium στα ελληνικά - πρωτακτίνιο
Τυχαίες λέξεις
Uppiniskainen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιταμός, πεισμωμένος, αναιδής, ισχυρογνώμων, ανυπάκουος, πεισματάρης, ισχυρογνώμονας, θρασύς, πεισματάρες, ξεροκέφαλος, ισχυρογνώμονες
Μεταφράσεις: ιταμός, πεισμωμένος, αναιδής, ισχυρογνώμων, ανυπάκουος, πεισματάρης, ισχυρογνώμονας, θρασύς, πεισματάρες, ξεροκέφαλος, ισχυρογνώμονες