Väärä στα ελληνικά
Μετάφραση: väärä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποτολμώ, διακυβεύω, κίνδυνος, κίνδυνο, κινδύνου, κινδύνους, κινδυνεύει
Μεταφράσεις
- hengellinen στα ελληνικά - θρήσκος, θρησκευόμενος, θρησκευτικός, πνευματικός, όσιος, ιερός, πνευματική, ...
- kuulopuhe στα ελληνικά - κουτσομπόλης, φημολογία, κουτσομπολεύω, κουτσομπολιό, φήμη, διάδοση, φήμες, ...
- laatiminen στα ελληνικά - γραφή, συλλογή, σύνταξη, κατάρτιση, κατάρτισης, συγκέντρωση
- navetta στα ελληνικά - αχυρώνας, σιταποθήκη, αχυρώνα, στάβλο, αχυρώνες
Τυχαίες λέξεις
Väärä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποτολμώ, διακυβεύω, κίνδυνος, κίνδυνο, κινδύνου, κινδύνους, κινδυνεύει
Μεταφράσεις: αποτολμώ, διακυβεύω, κίνδυνος, κίνδυνο, κινδύνου, κινδύνους, κινδυνεύει