Väärennös στα ελληνικά
Μετάφραση: väärennös, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κίβδηλος, πλαστογραφία, απομίμηση, πλαστός, κάλπικος, ψεύτικο, πλαστά, πλαστό, ψεύτικα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hahmo στα ελληνικά - σχήμα, ρόλος, χαρακτήρας, ρίξιμο, βολή, σχηματίζω, μορφή, ...
- hidastelu στα ελληνικά - κρατώ, καθυστέρηση, αναβολή, περίμενε, περιμένω, αμπάρι, αναβλητικότητα, ...
- karkea στα ελληνικά - πρόστυχος, τραχύς, ωμός, σκληρός, χυδαίος, βάναυσος, ακατέργαστος, ...
- kättely στα ελληνικά - χειραψία, χειραψίας, αναγνώρισης, χειραψία που
Τυχαίες λέξεις
Väärennös στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κίβδηλος, πλαστογραφία, απομίμηση, πλαστός, κάλπικος, ψεύτικο, πλαστά, πλαστό, ψεύτικα
Μεταφράσεις: κίβδηλος, πλαστογραφία, απομίμηση, πλαστός, κάλπικος, ψεύτικο, πλαστά, πλαστό, ψεύτικα