Πλαστογραφία στα φινλανδικά
Μετάφραση: πλαστογραφία, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
väärennys, huijari, käpälöidä, väärennös, petturi, harhauttaa, väärentäminen, väärentämisen, väärentämistä, väärentämisen torjuntaan
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλαστογραφία
πλαστογραφία υπογραφής, πλαστογραφία δημοσίου εγγράφου ποινη, πλαστογραφία ποινικός κώδικας, πλαστογραφία άρθρο 216, πλαστογραφία μετά χρήσεως, πλαστογραφία λεξικό γλώσσας φινλανδικά, πλαστογραφία στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- πλασματικός στα φινλανδικά - kuvitteellinen, kuvitteellisia, fiktiivinen, fiktiivisiä, kuvitteellisen
- πλαστικός στα φινλανδικά - muovinen, muovi, sulava, muovia, muovista, muovi-
- πλαστός στα φινλανδικά - epäaito, harhauttaa, väärennös, väärentää, väärä, käpälöidä, huijari, ...
- πλατέως στα φινλανδικά - plateos
Τυχαίες λέξεις
Πλαστογραφία στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: väärennys, huijari, käpälöidä, väärennös, petturi, harhauttaa, väärentäminen, väärentämisen, väärentämistä, väärentämisen torjuntaan
Μεταφράσεις: väärennys, huijari, käpälöidä, väärennös, petturi, harhauttaa, väärentäminen, väärentämisen, väärentämistä, väärentämisen torjuntaan