Välikappale στα ελληνικά
Μετάφραση: välikappale, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνδετικός, μέτριος, εργαλείο, ενδιάμεσος, μέσον, μέσος, μεσαίος, όργανο, μεσαίο, μέσο, μέσου, μεσαίου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alijäämä στα ελληνικά - έλλειψη, έλλειμμα, ελλείμματος, του ελλείμματος, το έλλειμμα, έλλειμμα του
- aloittelija στα ελληνικά - μυώ, ατζαμής, αρχάριος, ξεκινώ, εγκαινιάζω, Ανεπαρκής, αρχάριο, ...
- lavitsa στα ελληνικά - πάγκος, παγκάκι, πάγκο, πάγκου, κλίνη
- mullistus στα ελληνικά - πανωλεθρία, επανάσταση, επανάστασης, περιστροφή, περιστροφής, επανάσταση του
Τυχαίες λέξεις
Välikappale στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνδετικός, μέτριος, εργαλείο, ενδιάμεσος, μέσον, μέσος, μεσαίος, όργανο, μεσαίο, μέσο, μέσου, μεσαίου
Μεταφράσεις: συνδετικός, μέτριος, εργαλείο, ενδιάμεσος, μέσον, μέσος, μεσαίος, όργανο, μεσαίο, μέσο, μέσου, μεσαίου