Väylä στα ελληνικά
Μετάφραση: väylä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεωφόρος, τρόπος, δρόμος, ρυάκι, κυλώ, ρέω, πλωτής οδού, πλωτή οδό, πλωτών οδών, διαύλων ναυσιπλοΐας, υδατόρρευμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- huiskuttaa στα ελληνικά - γνέφω, κύμα, κύματος, κυμάτων, κύματα, το κύμα
- kansantajuinen στα ελληνικά - δημοφιλής, λαϊκός, τους ανθρώπους να κατανοήσουν, ανθρώπους να κατανοήσουν, ανθρώπους να καταλάβουν, τους ανθρώπους να καταλάβουν, άτομα να κατανοήσουν
- näytelmällinen στα ελληνικά - δραματικός, θεατρικός, θεατρικές, θεατρική, θεατρικό, θεατρικά
- pormestari στα ελληνικά - δήμαρχος, δημάρχου, δήμαρχο, Mayor, ο Δήμαρχος
Τυχαίες λέξεις
Väylä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεωφόρος, τρόπος, δρόμος, ρυάκι, κυλώ, ρέω, πλωτής οδού, πλωτή οδό, πλωτών οδών, διαύλων ναυσιπλοΐας, υδατόρρευμα
Μεταφράσεις: λεωφόρος, τρόπος, δρόμος, ρυάκι, κυλώ, ρέω, πλωτής οδού, πλωτή οδό, πλωτών οδών, διαύλων ναυσιπλοΐας, υδατόρρευμα