Vaikea στα ελληνικά
Μετάφραση: vaikea, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δύσκολος, άκαμπτος, επίπονος, ανήφορος, αλύγιστος, σκληρός, σκληροτράχηλος, ισχυρός, ανηφορικός, δύσκολο, δύσκολη, δύσκολα, δύσκολες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- järjestäytynyt στα ελληνικά - οργανωμένος, οργανωμένη, οργανώνονται, διοργάνωσε, του οργανωμένου
- köhiä στα ελληνικά - βήχας, βήχω, hack, αμυχή, σιδηροπρίονο, μεράκι, την αμυχή
- peilikaukoputki στα ελληνικά - κατοπτρικό τηλεσκόπιο, τηλεσκόπιο απεικόνισης
- pyntätä στα ελληνικά - φτερό, λοφίο, στολίζω, κομψεύομαι
Τυχαίες λέξεις
Vaikea στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δύσκολος, άκαμπτος, επίπονος, ανήφορος, αλύγιστος, σκληρός, σκληροτράχηλος, ισχυρός, ανηφορικός, δύσκολο, δύσκολη, δύσκολα, δύσκολες
Μεταφράσεις: δύσκολος, άκαμπτος, επίπονος, ανήφορος, αλύγιστος, σκληρός, σκληροτράχηλος, ισχυρός, ανηφορικός, δύσκολο, δύσκολη, δύσκολα, δύσκολες